Αντώνης Φωστερίδης (Τσαούς Αντών): ο ηγέτης της πατριωτικής αντίστασης στην Ανατολική Μακεδονία

 






 

του Ιωάννη Β. Αθανασόπουλου

 

ιστορικού

 

 

Ο Αντώνης Φωστερίδης γεννήθηκε στο Ερουκλί της Μπάφρας του Πόντου, το 1912. Ο πατέρας του, Κυριάκος, υπήρξε οπλαρχηγός τμήματος Ελλήνων ανταρτών του Πόντου την περίοδο 1918-1922.

 

Ήταν μόνιμος Λοχίας Πυροβολικού, βενιζελικός και απότακτος του κινήματος του 1935. Μετά την λήξη του Ελληνοιταλικού πολέμου του 1940 - 1941 επέστρεψε στις Κρηνίδες Καβάλας, τόπο διαμονής του.

 

Με την είσοδο των Γερμανών στην Ελλάδα ξεκινά η τριπλή κατοχή της χώρας. Ως γνωστόν η περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης βρίσκεται υπό την εποπτεία και κατοχή της Βουλγαρίας. Από τον Μάιο του 1941 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1944, η ανωτέρω περιοχή βρίσκεται υπό βουλγαρική ενσωμάτωση, καθώς οι αρχές σε κάθε πόλη και χωριό είχαν αντικατασταθεί με βουλγαρικές. Ουσιαστικά οι Βούλγαροι είχαν ως στόχο τον πλήρη εκβουλγαρισμό της περιοχής.

 

Γράφω σε προγενέστερο άρθρο μου για την σφαγή και το ολοκαύτωμα στη Δράμα, στις 29 Σεπτεμβρίου 1941:

 

Η βουλγαρική διοίκηση στην Ανατολική Μακεδονία την περίοδο της κατοχής (1941-1944) υπήρξε πολύ χειρότερη των προηγούμενων (1913,1917). Απόλυτη προτεραιότητα των Βουλγάρων υπήρξε η προσάρτηση της Μακεδονίας και μπροστά στον σκοπό αυτό δεν δίστασαν να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο. Με τη σύμφωνη γνώμη του Χίτλερ, οι σύμμαχοί του Βούλγαροι όρισαν σε κάθε κοινότητα Βούλγαρους προέδρους ενώ μεταφέρθηκαν ακόμη και βουλγαρικοί πληθυσμοί προκειμένου να προκαλέσουν εθνολογική αλλοίωση.

 

Στους σκλαβωμένους Έλληνες έκαναν ακόμη και προτάσεις να απαρνηθούν την καταγωγή τους και να αποκτήσουν την βουλγαρική υπηκοότητα. Σαν αντάλλαγμα τους παρείχαν βασικά υλικά αγαθά που στα χρόνια της κατοχής δεν θεωρούνταν δεδομένα. Θα έλεγε κανείς ότι οι Βούλγαροι μεταχειρίζονταν τα ίδια μέσα με αυτά που οι πρόγονοί τους κομιτατζήδες, χρησιμοποιούσαν κατά τα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα (1903-1908). Τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά γι΄αυτό στράφηκαν στις λεηλασίες, στις απειλές, στους βιασμούς και τις σφαγές. Ακόμη και τα ονόματα νεκρών στα μνήματα άλλαζαν σε βουλγαρικά.

 

Μέσα σε αυτό το κλίμα βγήκαν οι πρώτοι οπλαρχηγοί και αντάρτες της περιοχής στο βουνό. Δεν υπήρχε οποιαδήποτε ιδεολογία και πολιτική σκοπιμότητα, όπως σε άλλες περιπτώσεις, παρά μόνο το πατριωτικό καθήκον και η εθνική συνείδηση για τις ωμότητες των Βουλγάρων.

 

Οι πρώτοι σχηματισμοί που βγήκαν και έδρασαν στο Μενοίκιο και Μποζ Νταγ Δράμας ήταν το αντάρτικο σώμα του Καπετάνιου Παντελή Παπαδάκη, τον Μάιο του 1941. Ακολούθως τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς τα τμήματα του Καπετάνιου Αναστάση Αβραμίδη στους Παππάδες και στο Μπόζοβο Δράμας, του οπλαρχηγού Μακρόπουλου στο Παρανέστι, του Καπετάνιου Αναστάση Τοπούζογλου στην Ξάνθη, του Καπετάνιου Μπάρμπα Θόδωρου στο Παγγαίο και του Αντώνη Φωστερίδη στο Τσαλ Νταγ της Δράμας.

 

Αρχές του 1942 δημιουργούνται και άλλα ένοπλα τμήματα. Του Θωμά Πεχλιβανίδη επίσης στο Τσαλ Νταγ, του Καπετάνιου Κάπα από την Ελευθερούπολη στο Σύμβολο και του Καπετάνιου Λευτέρη στη Μαυροθάλασσα Νιγρίτσας. Το τελευταίο αυτό ένοπλο σώμα ανήκε στον ΕΔΕΣ του Ναπολέοντα Ζέρβα, που από τις αρχές του 1942 δημιούργησε ένοπλα τμήματα και στην Μακεδονία, με έδρα την Θεσσαλονίκη υπό την ευθύνη του απόστρατου συνταγματάρχη Αθανάσιου Παπαχριστοδούλου και του δικηγόρου και υπεύθυνου Επιτροπής Εθνικού Αγώνος στη Θεσσαλονίκη, Γεωργίου Μπακατσέλου.

 

Η δράση των σωμάτων αυτών όμως ήταν μεμονωμένη και δεν είχε οργανωμένη καθοδήγηση ώστε να απασχολεί ουσιαστικά τον κατακτητή. Αυτό ανάγκασε τους ηγήτορες των παραπάνω ομάδων να συναντηθούν τον Ιανουάριο του 1944 στο Τσαλ Νταγ και να αποφασίσουν ομόφωνα την ενοποίηση των αντάρτικων τμημάτων τους υπό την διοίκηση και την αρχηγεία του Αντώνη Φωστερίδη ή "Τσαούς Αντών".

 

Τότε ιδρύθηκαν και οι "Εθνικαί Ανταρτικαί Ομάδες", με τα αρχικά ΕΑΟ. Έτσι καθορίσθηκαν οι τομείς δράσεις κάθε ομάδας:

 

ΓΕΝΙΚΟΝ ΑΡΧΗΓΕΙΟΝ: Έδρα το όρος Τσαλ Νταγ. 

 

Γενικός Αρχηγός: Αντώνης Φωστερίδης, Υπαρχηγός: Αναστάσιος Καραβασίλης.

 

ΑΡΧΗΓΕΙΟΝ ΤΣΑΛ ΝΤΑΓ: Έδρα παρά τω Γενικώ Αρχηγείω ο Θωμάς Πεχλιβανίδης.

 

ΑΡΧΗΓΕΙΟΝ ΚΑΡΑ ΝΤΕΡΕ (ΕΛΑΤΙΑΣ, ΣΙΔΗΡΟΝΕΡΟΥ - ΔΡΑΜΑΣ):

 

Αρχηγός: Αναστάσιος Π. Αβραμίδης, Υπαρχηγός: Κυριάκος Λαζαρίδης.

 

ΑΡΧΗΓΕΙΟΝ ΜΠΟΖ ΝΤΑΓ ΔΡΑΜΑΣ:

 

Αρχηγός: Παντελής Παπαδάκης, Υπαρχηγός: Οδυσσεύς Μακρίδης.

 

ΑΡΧΗΓΕΙΟΝ ΜΠΑΪΡΑΜ ΤΕΠΕ:

 

Αρχηγός: Θεόδωρος Μακρόπουλος, Υπαρχηγός: Βασίλειος Σιδηρόπουλος.

 

ΑΡΧΗΓΕΙΟΝ ΠΑΓΓΑΙΟΥ:

 

Αρχηγός: Θεόδωρος Τσακιρίδης, Υπαρχηγός: Θεολόγος Καραμπουγιούκουγλου.

 

ΑΡΧΗΓΕΙΟΝ ΚΟΤΖΑ ΟΡΜΑΝ (ΧΡΥΣΟΥΠΟΛΕΩΣ):

 

Αρχηγός: Ευάγγελος Καρανάσος, Υπαρχηγός: Ευστράτιος Τσουτσέρογλου.

 

ΑΡΧΗΓΕΙΟΝ ΣΥΜΒΟΛΟΝ ΟΡΟΣ: 

 

Αρχηγός: Νικόλαος Κάππας.

 

ΑΡΧΗΓΕΙΟΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΩΣ (ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΙΑΣ, ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ, ΔΙΑΦΩΤΙΣΕΩΣ, ΔΟΛΙΟΦΘΟΡΩΝ ΚΛΠ):

 

Αρχηγός: Παναγιώτης Παπαδόπουλος - Γενικός Γραμματέας Οργάνωσης.

 

Η σχέση με τον ΕΛΑΣ

 

Την ίδια εποχή η δύναμη του ΕΛΑΣ στην Ανατολική Μακεδονία ήταν αρκετά περιορισμένη. Πολύ ασθενή τμήματα παρουσιάσθηκαν στα τέλη του 1942. Εξαίρεση αποτελούσε η πόλη της Καβάλας, όπου ο τοπικός ΕΛΑΣ ήταν πιο οργανωμένος υπό την ηγεσία του Καπετάνιου Άρη και του Κωνσταντάρα, πρώην μόνιμο Λοχαγό Πεζικού. Η πρώτη ουσιαστική συγκρότηση τμημάτων του ΕΛΑΣ άρχισε μέσα στο 1943. Η πρώτη ομάδα έδρασε με το όνομα "Ρήγας Φεραίος" και είχε έδρα το Ορεινό (Ερέν Ντερέ). Το Αρχηγείο του ΕΛΑΣ στο Παγγαίο έγινε από την ένωση ομάδων ενόπλων των γύρω χωριών αλλά η δράση του, κατά των κατακτητών και όχι μόνο, ξεκίνησε από τον Σεπτέμβριο του 1943.

 

Τον Αύγουστο του 1943 γίνεται η πρώτη σύσκεψη μεταξύ των οργανώσεων της περιοχής στην Πρώτη Παγγαίου, με εκπροσώπους και του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής. Κατά την διάρκεια της σύσκεψης και ενώ η συζήτηση στράφηκε προς την αντιμετώπιση του Βούλγαρου κατακτητή ο εκπρόσωπος του ΕΛΑΣ υποστήριξε: "... Και οι Βούλγαροι είναι μαζί μας, γιατί κατά βάθος είναι εχθρός του Χίτλερ. Ο πραγματικός εχθρός εδώ δεν είναι οι Βούλγαροι αλλά η Ελληνική Χωροφυλακή. Αυτοί είναι οι εχθροί του λαού!". Μετά από αυτό ο Τσαούς Αντών αντιλήφθηκε τον ρόλο του ΚΚΕ πίσω από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αλλά και τους σκοπούς που αυτό ουσιαστικά είχε, δηλαδή την κατάληψη της εξουσίας. Την ίδια περίοδο ο ΕΛΑΣ διέλυε την ΠΑΟ στη υπόλοιπη Μακεδονία, κάτι για το οποίο ήταν ενήμερος ο Φωστερίδης, λόγω των επαφών και των σχέσεων και με αυτή την οργάνωση.

 

Στις 16 Δεκεμβρίου 1943 αρχίζει ο κατοχικός εμφύλιος στην Ανατολική Μακεδονία. Ο ΕΛΑΣ Σερρών συγκεντρώνει δυνάμεις στο Παγγαίο και επιτίθεται κατά των ΕΑΟ του Φωστερίδη. Ήταν η εποχή που το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ εφάρμοζε την πολιτική που αποφασίστηκε στη Β' Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Κόμματος τον Δεκέμβριο του 1942 και ήταν η έναρξη του κατοχικού εμφυλίου. Η επίθεση αυτή του ΕΛΑΣ δεν άφηνε πολλές επιλογές στους οπλαρχηγούς των ΕΑΟ. Έπρεπε ή να υποταχθούν στον ΕΛΑΣ ή να διαλυθούν και να εγκαταλείψουν το αντάρτικο ή να εξοντωθούν.

 

Ο Τσαούς Αντών αποφάσισε την αντίσταση στον ΕΛΑΣ σκεπτόμενος πως έτσι θα εξασφάλιζε και την ενίσχυση από τους Βρετανούς (μέχρι τότε ενίσχυαν μόνο τον ΕΛΑΣ μια και ο ταγματάρχης Μύλλερ ήταν ουσιαστικά απομονωμένος για να μην έχει επαφή με άλλες οργανώσεις), οι οποίοι θα ήταν πρόθυμοι να ενισχύσουν μια εθνικιστική πατριωτική οργάνωση που θα ήταν νομοταγής έναντι της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης.

 

Η αντεπίθεση του Τσαούς Αντών ανάγκασε τον ΕΛΑΣ να προτείνει ανακωχή και συζήτηση ώστε να λυθεί η "παρεξήγηση". Ήταν χαρακτηριστικό γνώρισμα του ΚΚΕ να δείχνει φιλικό πρόσωπο προκειμένου να πιάσει στον ύπνο τον ταξικό εχθρό (βλέπε περιπτώσεις Σαράφη - Κωστόπουλου, Ψαρρού, Παπαιωάνου κλπ). Ο Φωστερίδης αντελήφθη αμέσως τον δόλο όταν ο Σπάρτακος του ΕΑΜ ζήτησε συνάντηση με τον ίδιο για να λύσουν ειρηνικά τις διαφορές τους. Οργάνωσε λοιπόν το δικό του σχέδιο και συμφώνησε με τον Σπάρτακο την συνάντηση.

Τη νύχτα της 31ης Δεκεμβρίου 1943 προς την 1η Ιανουαρίου του 1944 οι Εθνικές Ομάδες του Τσαούς Αντών περικυκλώνουν αυτές του ΕΛΑΣ χωρίς να το αντιληφθούν. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς του 1944 ο Τσαούς Αντών με μερικούς άνδρες του Επιτελείου του έμπαιναν στην Λεκάνη Παγγαίου για να συναντηθούν με τον Σπάρτακο. Τότε ένοπλοι αντάρτες του ΕΛΑΣ πίστεψαν ότι θα αφοπλίσουν και θα συλλάβουν τον Φωστερίδη. Οι δυνάμεις του Τσαούς Αντών όμως είχαν καταλάβει το πεδίο ρίψεως και οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ βρέθηκαν εγκλωβισμένες. Η μάχη κράτησε 24 ώρες με ολοκληρωτική νίκη των δυνάμεων του Τσαούς Αντών, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ είχαν διαλυθεί και μόλις πρόλαβε να διαφύγει ο Καπετάνιος Άρης.

Οι επιθέσεις του ΕΛΑΣ συνεχίστηκαν. Οι "Εθνικαί Ανταρτικαί Ομάδες" όχι απλώς άντεξαν αλλά διέλυσαν επανειλημμένα αυτές του ΕΛΑΣ. Τον Δεκέμβριο του 1944 η δυναμική των ΕΑΟ έφτασε τους 3.650 αντάρτες. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Αντώνης Φωστερίδης είναι ο μοναδικός ηγέτης μη κομμουνιστικής οργανώσεως, μετά τον Ν. Ζέρβα, που κατόρθωσε να επιζήσει μεταξύ επιθέσεων του ΕΛΑΣ και των κατακτητών σε όλη την διάρκεια του κατοχικού εμφυλίου. Μάλιστα τον Δεκέμβριο του 1944 συμμετείχε στη μάχη στο Σύνταγμα Χωροφυλακής στου Μακρυγιάννη. Μετά τον πόλεμο εκλέχτηκε βουλευτής Δράμας, το 1952, με τον "Ελληνικό Συναγερμό" του Αλέξανδρου Παπάγου.

Ο αντικομμουνισμός των Ποντίων - τουρκόφωνων και μη - οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πολιτική που ακολούθησε το ΚΚΕ απέναντι στα εθνικά θέματα και ιδίως απέναντι στο Μακεδονικό. O "Ριζοσπάστης" στις 25 Ιανουαρίου του 1925 ανέφερε: "Ο Λένιν εκήρυξε και στη πράξη εφήρμοσε το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των καταπιεζόμενων εθνοτήτων μέχρις αποχωρισμού από το κράτος όπου είναι προσαρτημένες. Γι’αυτό όλα τα αστικά κόμματα δεν θέλουν να ακούσουν το όνομα του Λένιν στην Ελλάδα, που, δια μέσον του κόμματός μας, ζητεί να πάψη το ανθρωποπάζαρο των πληθυσμών Μακεδονίας και Θράκης και καλεί τους λαούς των ν' αγωνισθούν για ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη και για τη ΒΚΟ". Την ίδια περίοδο οι διεθνείς στατιστικές μετά το 1923 απέδιδαν το 88,1% του πληθυσμού στη Μακεδονία σε ελληνικής καταγωγής και συνείδησης πολίτες και μόνο το 5,1% σε Βουλγαρίζοντες.

Ήταν φυσικό για τους πατριώτες Πόντιους να αντιταχθούν σε αυτή την διεθνιστική πολιτική. Η στάση του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ μέσα στην κατοχή ήταν αμφιλεγόμενη καθότι υπήρχαν και σημαντικές πατριωτικές φωνές μέσα στην οργάνωση που δυσφορούσαν με τις παλιότερες ιδεοληψίες του κόμματος. Ωστόσο η πολιτική του ΚΚΕ την περίοδο 1946-1949 δεν αφήνει αμφιβολίες πως ο στόχος ήταν η ίδρυση ανεξάρτητου Μακεδονικού κράτους κάτω από την κηδεμονία του Τίτο, όπως επιβεβαιώνει το σύμφωνο του Μπλέντ, τον Αύγουστο του 1947.

 

Η σύγκρουση με τους Βουλγάρους 

Πέρα από την αντιπαλότητα με το ΕΑΜ ο Τσαούς Αντών έδωσε σημαντικές μάχες με τους κατακτητές Βούλγαρους. Πολλές φορές έκανε και διμέτωπο πόλεμο, όχι περίεργο για αντιστασιακή ομάδα που ήθελε να επιζήσει από τον ΕΛΑΣ.

Από τις πλέον γνωστές θεωρούνται οι μάχες του Κοτζά Ορμάν (16 - 20 Φεβρουαρίου 1944), των Κρηνίδων (10 Μαΐου 1944), του οροπεδίου Καρά - Ντερέ (22 - 29 Αυγούστου 1944) και της Γέφυρας Παππάδων (7 - 11 Μαΐου 1944). Η τελευταία ήταν και η πιο σημαντική. Οι Βούλγαροι ζητούσαν την εκκαθάριση όλης της Ανατολικής Μακεδονίας από τις Εθνικές Αντάρτικες Ομάδες του Τσαούς Αντών. Για τον λόγο αυτό, συγκέντρωσαν όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις τους συμπεριλαμβανομένης της Μεραρχίας Πεζικού που έδρευε στη Δράμα καθώς και ενισχύσεις από την Καβάλα. Σε αυτές τις ενισχύσεις συμμετείχαν και 4 αεροπλάνα, δύο βουλγαρικά και δύο γερμανικά.

Στόχος της επιχείρησης ήταν η κατάληψη των ορμητηρίων των Ομάδων του Τσαούς Αντών στην περιοχή Βόρεια των Παππάδων του Καρά Ντερέ. Στις 6 Μαίου οι Βούλγαροι, ενώ είχε ομίχλη, προσπάθησαν να περάσουν την γέφυρα για να αιφνιδιάσουν τους αντάρτες που βρίσκονταν στο άλλο άκρο. Η ομίχλη όμως απομακρύνθηκε και αυτοί βρέθηκαν ακάλυπτοι μια και δεν είχαν περάσει όλες οι απαραίτητες δυνάμεις την γέφυρα. Οι δυνάμεις του Φωστερίδη κατείχαν τις βόρειες περιοχές της γέφυρας και είχαν πλεονέκτημα σε σχέση με τους Βούλγαρους. Η επίθεση τους ήταν καταιγιστική και προξένησε σημαντικές απώλειες στους Βούλγαρους. Μέχρι την 11η Μαΐου οι Βούλγαροι παρότι έχαναν ενισχύονταν συνεχώς και επαναλάμβαναν τις επιθέσεις τους. Τα Στούκας των Γερμανών που ενίσχυαν τους Βούλγαρους ανάγκασαν τη νύχτα της 11ης προς 12ης Μαΐου τις δυνάμεις του Φωστερίδη σε σύμπτυξη σε δεύτερη τοποθεσία στο οροπέδιο του Καρά Ντερέ, όπου μπόρεσαν να εξουδετερώσουν εν τέλει τις δυνάμεις του Βουλγαρικού στρατού. Οι Βούλγαροι έπαθαν πανωλεθρία με 360 στρατιώτες και 42 αξιωματικούς νεκρούς. Οι τραυματίες σύμφωνα με τις πλέον συγκρατημένες εκτιμήσεις έφτασαν τους 341. Αντιθέτως οι δυνάμεις του Τσαούς Αντών ήταν 37 νεκροί αντάρτες μεταξύ των οποίων 3 γυναίκες.

Απόρροια των απωλειών που προκάλεσε στους Βούλγαρους κατακτητές ο Τσαούς Αντών ήταν το γνωστό τραγούδι:

 

"Κέλμε Πούλγκαρ κέλμε πενίμ ιστουμέ

Αντών-τσαους τερλέρ πενίμ ισμιμέ

κέλμε Πούλγκαρ πουσμάν όλουρσουν

ουρούμ τσετελερινέ κουρπάν όλουρσουν"

 

"Βούλγαροι μην έρχεστε μην έρχεστε πάνω μου

Αντών-τσαους είναι το όνομα μου

Βούλγαροι μην έρχεστε γιατί πικρά θα μετανιώστε

Στους Ρωμιούς αντάρτες θα γίνετε πρόβατα για σφαγή"

 

 

Πηγές - παραπομπές:

Τάσος Χατζηαναστασίου, Οι εθνικιστές οπλαρχηγοί στη Βουλγαροκρατούμενη Μακεδονία και Θράκη, σελ. 354, στο "Οι άλλοι Καπετάνιοι: αντικομουνιστές ένοπλοι στα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου", Νίκος Μαραντζίδης (επιμελ.), Εστία, Αθήνα 2007.

Ιάσων Χανδρινός, ΕΛΑΣ ο μεγαλύτερος στρατός της Εθνικής Αντίστασης, τόμος Α', Γνώμων Εκδοτική, Αθήνα 2011, σελ. 28-29.

Δημητρίου Ν. Χονδροκούκη, Πολέμαρχοι του αντισταλινισμού: Ναπολέων Ζέρβας, Δημήτριος Ψαρρός, Αντώνιος Φωστερίδης (Τσαούς Αντών), Βασίλειος Αβδελάς, Διονύσιος Παπαδόγγονας, Ισοκράτης, Αθήνα 1993., σελ. 46.

 


Σχόλια